Your browser version is outdated. We recommend that you update your browser to the latest version.

Επικαιρότητα

 

14/07/2023

Αποφάσεις-Προσκλήσεις Επιτροπών Εξέτασης Αντιρρήσεων, Π.Ε. Χανιών

 

 

14/05/2021

  

 ΟΛΑ ΟΣΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ: 27 ερωτήσεις – απαντήσεις για τους Δασικούς Χάρτες

Περισσότερα

 

08/07/2020

 

ΤΕΛΕΣΙΔΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΔΑΣΩΝ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ

Περισσότερα

 

Στην Ελλάδα το ιδιοκτησιακό καθεστώς των Δασών και των Δασικών εκτάσεων,παρουσιάζει ανομοιομορφία ανά περιοχή της Ελληνικής επικράτειας και είναι συνδεδεμένο με το ιδιαίτερο ιστορικό καθεστώς, τον χρόνο και τον τρόπο της προσάρτησης κάθε περιοχής, καθώς και με τις συνθήκες και τις νομικές καταστάσεις που δημιουργήθηκαν από την εφαρμογή του Οθωμανικού Δίκαιου .


Ένα τέτοιο ιδιαίτερο ιδιοκτησιακό καθεστώς στα Δάση και τις Δασικές εκτάσεις επικρατεί στην Κρήτη το οποίο είναι αποτέλεσμα της εισαγωγής του Κρητικού Αστικού Κώδικα στο νησί κατά τη διάρκεια της αυτονομίας της το 1904 και ειδικότερα στα Άρθρα του που αναφέρεται η χρησικτησία ως τρόπος κτήσης κυριότητας αλλά και στο γεγονός ότι το ελληνικό δημόσιο στην Κρήτη διαδέχτηκε το Δημόσιο της Κρητικής Πολιτείας και όχι το
Οθωμανικό δημόσιο, όπως στις υπόλοιπες περιοχές της Ελλάδας.Το Ελληνικό κράτος στην προσπάθεια του να μπλοκάρει τις διατάξεις των διεθνών συνθηκών που είχε υπογράψει και οι οποίες ήταν προνομιακές για τους Οθωμανούς κατοίκους των προσαρτημένων περιοχών ,τις οποίες όφειλε να σεβαστεί, προχώρησε στην ψήφιση νομοθετημάτων τα οποία ανέτρεψαν την δρομολογηθείσα νομιμοποίηση της γαιοκτησίας και της επίλυσης του ιδιοκτησιακού ζητήματος από τον Κρητικό Αστικό Κώδικα.


Την περίοδο 1915 έως 1957 τα δασικού χαρακτήρα εδάφη της Κρήτης διαχειρίζονταν ως ιδιωτικά γεγονός που αναγνωρίζεται και από τις πράξεις της Διοίκησης στο εν λόγω χρονικό διάστημα. Η αναφορά της Γενικής Διεύθυνσης Δασών Κρήτης (9663/5642/15-07-1924) κάνει λόγο ότι τα Δάση της Κρήτης θεωρούνται και διαχειρίζονται ως ιδιωτικά ενώ με την υπ. αριθμ. 2005/2-1-1956 ο δασάρχης Ηρακλείου αναφέρει ότι τα Δάση της Κρήτης δεν λαμβάνεται υπόψη ότι αποτελούν Δημόσια ιδιοκτησία και ότι καταγράφονται ότι ανήκουν σε φυσικά η νομικά πρόσωπα.


Περαιτέρω ο τότε Δασάρχης εισηγήθηκε ότι τα Δάση της Κρήτης θα πρέπει και στο μέλλον να διαχειρίζονται ως ιδιωτικά καθώς οποιαδήποτε άλλη λύση θα δημιουργήσει σοβαρό κοινωνικό ζήτημα με δημιουργία ταραχών και επεισοδίων απρόβλεπτης μορφής και έκτασης. Τα ότι μέχρι το έτος 1956 τα δάση και οι δασικές εκτάσεις της Κρήτης διαχειρίζονταν ως μη Δημόσια δημιούργησε πληθώρα πραγματικών καταστάσεων και εμπράγματων σχέσεων η οποία δημιούργησε την πεποίθηση είτε σε φυσικά είτε σε νομικά
πρόσωπα έιτε σε νομείς ότι έχουν αποκτήσει και την κυριότητα.
Κατά την περίοδο μεταξύ των ετών 1956 έως 1957 στην προσπάθεια του επίλυσης του διοκτησιακού ζητήματος του Νησιού ,έγινε ανάθεση από το Υπουργείο Γεωργίας σε μια επιτροπή η διερεύνηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος στην Κρήτη.


Η επιτροπή αυτή κατέληξε στα εξής συμπεράσματα:


α) Ότι δεν υφίστανται στην Κρήτη αναγνωριστικές αποφάσεις επι δικαιωμάτων κυριότητας η δουλείας υπέρ φυσικών η νομικών προσώπων.


β) ότι παρά την ανυπαρξία των αναγνωριστικών αποφάσεων τα Δάση διαχειρίζονταν πάντοτε ως Μη δημόσια.


γ) Ότι στην Κρήτη δεν υπάρχουν Δάση και Δασικές εκτάσεις οι οποίες διαχειρίζονται ως Δημόσιες.

 

Κατόπιν των ανωτέρων διαπιστώσεων το θέμα εισήχθη στο τεχνικό συμβούλιο Δασών το οποίο γνωμοδότησε επι του θέματος (55/1957 γνωμοδότηση) και κατέληξε στο ότι τα εμπράγματα δικαιώματα των Δασών της Κρήτης θα κριθούν από το Σ.Ι.Δ (Συμβούλιο Ιδιοκτησίας Δασών) και ότι μέχρι να κριθούν ,τα Δάση και οι Δασικές εκτάσεις της Κρήτης θα διαχειρίζονται ως Δημόσια Διακατεχόμενα, με μη αναγνωρισμένους διακατόχους.

Το 1957 με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, τα κατεχόμενα από ιδιώτες, Κοινότητες ή Μονές δάση της Κρήτης χαρακτηρίστηκαν ως «διακατεχόμενα».Από την απόφαση του Υπουργού Γεωργίας το 1957 μέχρι την ψήφιση του Νόμου 998 του 1979, μεσολάβησε και η απόφαση 115253/3057/1973 του Υπουργού Γεωργίας βάσει της οποίας ξεκίνησε το ζήτημα της ιδιοκτησιακής αμφισβήτησης των δασωμένων παλαιών αγρών το οποίο απασχολεί ακόμα και σήμερα (ΑΔ).


Το 1977 το Υπουργείο Γεωργίας είχε εκπονήσει ένα Σχέδιο Νόμου για την προστασία των Δασών και την ρύθμιση του θέματος των διακατεχομένων εκτάσεων. Σύμφωνα με το Σχέδιο αυτό γινόταν οριστική παραχώρηση της κυριότητας των δασικών εκτάσεων στους διακατόχους των, «έναντι εύλογου τιμήματος».
Στο Άρθρο 7 αυτού του Σχεδίου Νόμου που αποσύρθηκε αργότερα, καθορίζεται το τίμημα κατά Νομούς και κατά περιοχές. Η διακατοχή θεωρούνταν αποδεδειγμένη ειδικα για την Κρήτη με βάση τις ίδιες διαταγές του Υπουργείου (σχετική μνεία γινόταν στο Άρθρο 4 παρ δ του Σχεδίου Νόμου).


Τελικά όπως ήδη προαναφέρθηκε το Σχέδιο Νόμου απεσύρθη και δεν προχώρησε η ρύθμιση η οποία είχε αντιμετωπιστεί θετικά από τους ενδιαφερόμενους.

Οι προαναφερθείσες αποφάσεις κατά την εφαρμογή τους στην Πράξη από την Δασική Υπηρεσία προκάλεσαν μεγάλα προβλήματα καθώς το Δημόσιο άρχισε να διεκδικεί έμπρακτα εκτάσεις των φερόμενων ως ιδιοκτητών με αποτέλεσμα να μπλοκάρονται οι αγοραπωλησίες των εκτάσεων σε μια εποχή που η Κρήτη άρχισε να αναπτύσσεται ραγδαία ειδικά στις παραλιακές περιοχές και η απαίτηση για αλλαγή χρήσης της γης ήταν πιεστικά μεγάλη.


Το προ του 1957 καθεστώς ιδιοκτησίας, δηλαδή η σιωπηρή αναγνώριση των δικαιωμάτων κυριότητας επι Δασών και Δασικών εκτάσεων σε ιδιώτες και η παραίτηση του Δημοσίου σε τυχόν υφιστάμενα δικαιώματα του, σε συνδυασμό με το μετά του 1957 ιδιόμορφο καθεστώς διακατοχής προκάλεσαν ένα αίσθημα αδικίας και έντονης κοινωνικής διαταραχής.


Όσοι είχαν εκχερσώσει Δάση και Δασικές εκτάσεις πριν το 1957 και τις είχαν οικοδομήσει με ξενοδοχειακά η άλλα κτηριακά συγκροτήματα ή τα αξιοποιούσαν γεωργικά ήταν απολύτως νόμιμοι ενώ όσοι προέβησαν σε εκχερσώσεις μετα το 1957 θεωρούνταν παράνομοι και δεν μπορούσαν να αξιοποιήσουν τα δασοκτήματα τους.Όλα αυτά προκάλεσαν έναν ατέρμονο αγώνα μεταξύ των πολιτών και του Κράτους για την διεκδίκηση του δικαιώματος της ιδιοκτησίας το οποίο συνεχίζεται ακόμα και στις μέρες μας και έχει σπαταλήσει παραγωγικό χρόνο της Υπηρεσίας και των κάτοικων, χρηματικό κόστος και στις 2 πλευρές ενώ υπήρξε και τροχοπέδη στην ανάπτυξη της Κρήτης καθώς και στην αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος.


Το 1979 έγινε κατόπιν προφορικής εντολής του Υφυπουργού Γεωργίας ,η ανάθεση στον Δασολόγο Θωμά Τζιουβάρα, της διερεύνησης των συνθηκών διακατοχής των Δασών και Δασικών εκτάσεων της Κρήτης και της διατύπωσης προτάσεων ρύθμισης του ιδιοκτησιακού καθεστώτος αυτών.Ο Θωμάς Τζιουβάρας στην εισήγηση του υποστήριξε ότι η συνέχιση της απροσδιόριστου νομικού περιεχομένου κατάστασης των Δασών και των Δασικών εκτάσεων της Κρήτης όχι μόνο δεν οδηγεί στην λύση των προβλημάτων αλλά αντιθέτως επιτείνει την ανασφάλεια των δικαιωμάτων των νομοταγών πολιτών, επιτείνει την λαθροεκχέρσωση, εμποδίζει την εφαρμογή κάθε αναπτυξιακού προγράμματος στο Νησί και καθιστά αδύνατη την συνεργασία των τοπικών Δασικών αρχών με τους πολίτες και τις αρχές του Νησιού για την προστασία και επέκταση των Δασών της Κρήτης.


Συνεχίζοντας υποστήριξε ότι η αναγνώριση του δικαιώματος της κυριότητας υπέρ των δασοδιακατόχων της Κρήτης όχι μόνο δεν θα αποβεί εις βάρος της προστασίας των Δασώναλλά θα είναι και ευεργετική καθώς η συνέχιση του νόθου καθεστώτος της Διακατοχής και οι απαγορεύσεις, αποτελούν την κύρια αιτία διασπάθισης της Δασικής γης και της αδυναμίας να επιβληθεί η τάξη στα Δάση, μη μπορώντας να σχεδιαστεί και να υλοποιηθεί ένα πρόγραμμα Δασικής ανάπτυξης στο νησί (επέκταση υφιστάμενων Δασών, αναδάσωση άγονων εδαφών, δημιουργία δασών αναψυχής, βελτίωση βοσκοτόπων κ.α).

Στο τέλος της εισήγησης του κατέληξε στα εξής χρήσιμα συμπεράσματα:


1) Mέχρι το έτος 1956 το Δημόσιο δια μέσου των τοπικών Δασικών Αρχών ουδέποτε αξίωσε οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα επι των Δασών και των Δασικών εκτάσεων του νησιού αλλά αντιθέτως αποδέχθηκε την κατάσταση η οποία είχε δημιουργηθεί από την εποχή της Τουρκοκρατίας και περιορίστηκε απλά στο να ασκεί δασική πολιτική και να επιτηρεί τα δασοκτήματα θεωρώντας τα ότι ανήκουν σε ιδιώτες η νομικά πρόσωπα.

2) Η μέχρι το 1956 θέση του Δημοσίου για το ιδιοκτησιακό ζήτημα των Δασών και των Δασικών εκτάσεων στην Κρήτη ήταν ουσιαστικά η παραίτηση του από τα υφιστάμενα δικαιώματα του επι των εκτάσεων αυτών


3)Υπάρχουν πληθώρα πράξεων του Δημοσίου από τις οποίες προκύπτει ότι μέχρι το έτος 1956 το Δημόσιο θεωρεί τα Δάση και τις Δασικές εκτάσεις της Κρήτης ως ιδιωτικές.


4) Δεν μπορούν να εφαρμοστούν οι διατάξεις του ν.δ. της 22-4/26-5-1926 "περί διοικητικής αποβολής από των κτημάτων της Αεροπορικής Αμύνης στην Κρήτη καθώς από το 1884 έως το 1909 και μέχρι της ισχύος του Αστικού Κώδικα σε όλη την επικράτεια το 1946, επικράτησε στην Κρήτη ένα ιδιόμορφο πολιτειακό και νομικό καθεστώς .

5) Δεν υπήρξαν περιπτώσεις διεκδικήσεως δικαιωμάτων κυριότητας που να είχαν εισαχθεί
στο Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Δασών, γεγονός που αποδεικνύει ότι το Δημόσιο ουδέποτε αμφισβήτησε τα εμπράγματα δικαιώματα των Κρητικών και ούτε ποτέ γνωστοποίησε προς αυτούς ότι επιφυλάσσει δικαίωμα διεκδικήσεως των δικαιωμάτων αυτών.


6) Το ότι το Δημόσιο ανέχθηκε και τελικώς αποδέχθηκε μια κατάσταση η οποία επικρατούσε χρόνια ,έχει ως αποτέλεσμα να είναι κοινωνικά και ηθικά παρακινδυνευμένο και ασυνεπές να υπαναχωρήσει της παραδοχής αυτής ,καθώς τόσα χρόνια δημιουργήθηκαν μεταξύ των Κρητικών πραγματικές απειράριθμες νομικές καταστάσεις και σχέσεις όπου η ανατροπή τους θα προκαλούσε κλονισμό στο περί δικαίου αίσθημα .

7) Όσοι ασχολήθηκαν κατά καιρούς με το ιδιοκτησιακό ζήτημα της Κρήτης συμφωνούν όλοι στο ότι το Δημόσιο δεν θα πρέπει να επικαλεστεί το νομικό καθεστώς που ισχύει και να διεκδικήσει την αναγνώριση των εμπράγματων δικαιωμάτων του στην Κρήτη αλλά θα πρέπει ο νομοθέτης να δημιουργήσει το νομικό πλαίσιο το οποίο να κατοχυρώνει το δικαιώματα των Κρητικών επι των Δασών και των Δασικών εκτάσεων. Το ζήτημα είναι περισσότερο πολιτικό και λιγότερο νομικό.

Η τελική εισήγηση του ήταν να προστεθεί στο υπό παρασκευή νομοσχέδιο Άρθρο το οποίο θα αναφέρει ότι τα Δάση και οι Δασικές εκτάσεις της Κρήτης ,διαχειρίζονται από την ενσωμάτωση τους με την Ελλάδα, ως μη Δημόσια και αναγνωρίζονται ως Μη Δημόσια, με το Δημόσιο να παραιτείται επαυτών παντός εμπράγματου δικαιώματος.


Η πρόταση αυτή τελικά απορρίφθηκε από το Υπουργείο και στην συνέχεια ψηφίστηκε ο Ν998/79 όπου απλά προστέθηκε στο Άρθρο 62 ότι εξαιρείται η Κρήτη από το τεκμήριο κυριότητας του Δημοσίου και το Δημόσιο θα πρέπει να αποδείξει την κυριότητα του επι ίσοις όροις με ένα φυσικό η νομικό πρόσωπο με το οποίο έρχεται σε αντιδικία.

Η διάταξη του άρθρου 3 παρ. 5δ του ν. 998/1979 (όπως τροποποιήθηκε από τον ν. 4280/2014 και ν. 4389/2016), θεσπίζει διαδικασία αναγνώρισης της κυριότητας ή άλλων εμπράγματων δικαιωμάτων έναντι του Δημοσίου (μέσω των δικαστηρίων και των Συμβουλίων Ιδιοκτησίας Δασών), επί των ανωτέρω εκτάσεων βάση της ύπαρξης τίτλων πρίν το έτος 1946 και να έχουν μεταγραφεί έστω και μεταγενέστερα, αμφισβητώντας ουσιαστικά την εξαίρεση του τεκμηρίου κυριότητας που ισχύει σε αυτές τις περιοχές.


Τέτοιοι τίτλοι εκτός από το ότι είναι πολύ δύσκολο να βρεθούν,στην πράξη απαιτούνται πολυδάπανοι και χρονοβόροι δικαστικοί αγώνες,όπου ουσιαστικά ματαιώνουν την δυνατότητα εκμετάλλευσης των εκτάσεων αυτών.

 

Πηγές:  

Ανδρεάδης Γιώργος "Δασική Προστασία και Δικαίωμα στην Ιδιοκτησία :η περίπτωση της Κρήτης"

– Κρητικός Αστικός Κώδικας.


– Κ. Βεργόπουλος. «Το αγροτικό ζήτημα στην Ελλάδα.


– Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, «Ιδιοκτησιακό ζήτημα δασικών εδαφών της Ελλάδας», Συνέδριο 19-21 Ιουνίου 1991

- Αντώνιος Γ. Κουριδάκης (2007), «Ιδιοκτησιακό Καθεστώς και Περιφερειακή Ανάπτυξη.
Ηπερίπτωση του Ορεινού Ρεθύμνου», Μεταπτυχιακή Διατριβή, Σχολή Δασολογίας και Φυσικού
Περιβάλλοντος ,Α.Π.Θ.